Εφτά και Κάτι Νύχτες
Μερικούς μήνες πριν την απριλιανή δικτατορία του 1967 ένας λοιπός οπλίτης φθάνει σε στρατόπεδο της Λαμίας, για να ζήσει από πρώτο χέρι, έξω από τις γνωστές συνθήκες μιας στρατιωτικής θητείας, και όσες άλλες συνεπάγεται ο χαρακτηρισμός του ως Β, δηλαδή υπόπτων εθνικών σκέψεων και διαθέσεων.
Στα δυο χρόνια που ακολουθούν θα μετάσχει στην “εθνική επανάσταση” της 21ης Απριλίου, θα πληροφορηθεί μέσα από τη λαθραία ανάγνωση του φακέλου του την εθνοπροδοτική δράση του και στη συνέχεια, ως δημοσιογράφος πλέον, θα ζήσει την κοινωνική και πολιτική ζωή της δικτατορίας στη Θεσσαλονίκη, διαπιστώνοντας τελικά πόσο λίγοι έως ελάχιστοι ήταν όσοι έδωσαν εκ του συστάδην τη μάχη εναντίον της. Σημειώνοντας και τις εκκωφαντικές απουσίες. Θα παρακολουθήσει και θα περιγράψει τις δίκες των αντιστασιακών και θα αξιωθεί να δει τιμώμενους από την Πολιτεία όλους ή σχεδόν όλους όσοι στήριξαν ή βοήθησαν τη δικτατορία.
Παρακολουθεί και καταγράφει τις διεργασίες στον κοινωνικό και στον φοιτητικό χώρο, τις μέσω της Τέχνης αντιστασιακές εκδηλώσεις, τη συμμετοχή του λαού στη σύνταξη του πρώτου χουντικού συντάγματος του 1968, τις εσωτερικές αντιθέσεις του εσμού του παρακράτους, που φθάνει να αυτοκαταγγέλεται κατονομάζοντας τον δολοφόνο του Γρηγόρη Λαμπράκη. Αποδίδοντάς τον οι μεν στους δε.
Στις ιστορίες που συνθέτουν το μυθιστορηματικό χρονικό της εφτάχρονης δικτατορίας λίγες είναι αυτές που δικαιώνουν τον αγώνα των λίγων, εκλεκτών, όμως, αντιπάλων της. Εμμένοντας, παρ’ όλ’ αυτά, σε όσα στη νεότητά του ασπάστηκε, παραμένοντας πάντα λοιπός οπλίτης.