

Ο Σκύλος Έξυνε την Πόρτα
Όλα τα χρώματα φυλακισμένα στο άσπρο.
Αν κάνει πως σκάζει, θα πεταχτούν από παντού.
Θα τρελαθεί ο κόσμος.
Κοίτα πόσο χρώμα, και μας το έκρυβαν.
Τα ποιήματα φτάνουν σ’ εμένα από τα δάση.
Μα δεν τα φέρνουν τα πουλιά, ούτε τα σύννεφα.
Το κεφάλι μου πλατύ κανάλι
τα σπρώχνει σαν κορμούς
να κυλήσουν στο χαρτί,
να τρυπήσουν το τραπέζι,
το πάτωμα,
να βγουν στους δρόμους.
Related products
Τρια Cantos
Το Canto είναι μια ποιητική μορφή που χαρακτηρίζεται από μεγάλη ελευθερία. Προέρχεται από την ιταλική γλώσσα και σημαίνει “τραγούδι” και “τραγουδώ” και είναι εξέλιξη τής λατινικής λέξης “cantus” … Είναι συνήθως εκτεταμένο και δεν υπόκειται σε κανόνες, ούτε σε περιορισμούς, σε αντίθεση με άλλα είδη…Ουσιαστικά το canto θεωρείται τμήμα μιας ακόμα μεγαλύτερης ποιητικής κατασκευής και παραπέμπει στο έπος…
Το Σύνορο Βλέμμα
Έζησα και πέθανα στην ακαμψία.
Μου διέφυγε το παιδί που με κρατούσε όρθιο.
–
Τα βουνά εκεί.
Δίχως πλαστά δέντρα.
Χωρίς ίχνος καπηλείας.
Αρχίζω να σκέφτομαι ήσυχα.
–
Από γεννησιμιού μου πήρα την όψη σου.
Με τύφλωσες, πατέρα.
Δεν έγινα άντρας για ζωή.
–
Αθώοι τάχα.
Άμαθοι δήθεν.
Ετοιμαστήκαμε στο ψέμα.
Ανατινάξαμε το είναι.
–
Πολιτεία, σε γέμισα τσιμέντο.
Αφυδατώθηκες.
Έχασα το περίγραμμά σου.
Οι Μαγεμένες στη Γενέθλια Πόλη
Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Παρίσι.
Ακολουθώντας μια κατεστραμμένη μοίρα
από την Κωνσταντινούπολη, ο πρωταγωνιστής
θα καταλήξει στη πολυπολιτισμική
οθωμανική Θεσσαλονίκη του 1861.
Τρία χρόνια αργότερα, θεοί και άνθρωποι,
απομακρύνονται από την πατρώα γη.
Τα γεγονότα της αποξήλωσης και μεταφοράς του μνημείου
των «Μαγεμένων» στο Παρίσι,
θα προκαλέσουν τις εξελίξεις σε κοινωνικό και προσωπικό επίπεδο.
Ένας Οθωμανός, μία Εβραία και ένας Γάλλος,
θα τυλίξουν μαζί το νήμα που υφαίνουν μύθος και ιστορία.
Στην ανατολή του 1900, στην πόλη του φωτός,
θα ολοκληρωθεί η διαδρομή στις ζωές των ήρωες του βιβλίου.
Μια νέα διαδρομή θα χαραχτεί και θα είναι αυτή,
της επιστροφής των Μαγεμένων στην γενέθλια πόλη.
Αν δεν Κοιμάσαι τα Μεσημέρια
Η σκέψη βάζει τη φαντασία και την πραγματικότητα να περπατήσουν μαζί στον ίδιο δρόμο. Καθώς προχωρούν, συνειδητοποιούν πως είναι δύο συνεργάτες, που άργησαν να γνωριστούν.
Ανακαλύπτουν πως έχουν πολλά κοινά: την ευκολία να δίνει η μία τη σκυτάλη της έκφρασης στην άλλη, αδιαφορώντας για το τέρμα και δίνοντας σημασία στη συνέχεια.
Την έλλειψη εγωισμού στη διεκδίκηση της τελευταίας φράσης, γιατί πιστεύουν ότι σε κάθε φράση πρέπει να δοθεί η ευκαιρία να δημιουργήσει τις δικές της συνθήκες· προϋπόθεση, για να βαδίσουν σε καινούργιους δρόμους.
Τον κύκλο, αγαπημένο τους σχήμα, όπου δεν υπάρχουν αριθμημένες θέσεις για την αρχή και το τέλος.
Τελικά πρόκειται για μια αναπόφευκτη γνωριμία, ικανή ν’ αφαιρέσει κάθε ενδοιασμό που ένιωθαν, όποτε υπήρχε ανάγκη ν’ ανταλλάξουν στοιχεία μεταξύ τους.
Άλλωστε, η δημιουργία δεν αποκλείει κανένα υλικό, όπως και η ζωή δεν αποκλείει κανένα πλάσμα.