Οι σχέσεις κυριαρχίας που εγκαθιδρύονται στο πλαίσιο των αστικών θεσμών εγγυώνται, βέβαια, ότι αυτοί δεν πρόκειται να καταρρεύσουν με την πρώτη διανεμητική αστοχία τους. Ωστόσο, όταν η κυριαρχία λάβει τον χαρακτήρα άκριτης επιβολής, όπως συμβαίνει σήμερα, όταν δηλαδή οι θεσμοί παύουν να ευνοούν σχέσεις δικαιικής αμοιβαιότητας και στηρίζονται πλέον αποκλειστικά στην κάθετη ιεραρχική σχέση μεταξύ κυβερνώντων και υπηκόων, τότε τίποτα δεν μπορεί ν’ αποκλείσει ενεργοποίηση της οικονομικής αντινομίας του δικαίου, όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων που λανθάνουν σ’ αυτήν και, τελικά, δυναμική επανεμφάνιση της συντακτικής εξουσίας. Σε τέτοιες συνθήκες, η ρητορική επίκληση του κοινωνικού συμβολαίου ή και της λαϊκής κυριαρχίας εκ μέρους των κυβερνώντων δεν είναι αρκετή για ν’ αναστείλει τη θεμελιακή κίνηση θεσμικής ανασυγκρότησης, το έργο της συντακτικής εξουσίας. Στο ανά χείρας έργο ο Κώστας Ν. Στρατηλάτης επιχειρεί ν’ ανασκευάσει σειρά διαδεδομένων αλλά εσφαλμένων πεποιθήσεων σχετικά με την πολιτική σκέψη του σημαντικότερου ίσως φιλοσόφου του Διαφωτισμού, του Ιμμάνουελ Καντ. Εστιάζοντας στα πολιτικά δοκίμια του Καντ, ο συγγραφέας αμφισβητεί τον κομβικό χαρακτήρα εννοιών όπως το “κοινωνικό συμβόλαιο” και τα “ανθρώπινα δικαιώματα”. Τα θεμέλια του δικαίου και της πολιτείας εντοπίζονται σε σειρά επιχειρημάτων και αρχών, όπως η καταστατική διασύνδεση μεταξύ δικαίου και καταναγκασμού, η “βασική αντινομία του δικαίου” και η “βιοτική ανεξαρτησία” του πολίτη, των οποίων συνδετικός ιστός είναι το ιστορικό φορτίο και το κοινωνικό ενδιαφέρον των “πρώτων αρχών” του έλλογου δικαίου. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο συγγραφέας επιχειρεί να εντοπίσει τις ιστορικο-φιλοσοφικές διόδους που οδηγούν στο έργο του Χέγκελ και στην κριτική της αστικής πολιτικής οικονομίας εκ μέρους του Μαρξ. Οι ερμηνείες του έργου του Καντ δεν προσανατολίζονται σε αποκάλυψη του αυθεντικού νοήματος του κειμένου (διότι, κατά πεποίθηση του συγγραφέα, η αυθεντικότητα της ερμηνείας συνιστά υπόθεση απλώς επιστημική, επικίνδυνη όταν καθίσταται δόγμα και αυτοσκοπός). Κύρια μέριμνα του συγγραφέα είναι να ρίξει φως σε παραμελημένες πτυχές της καντιανής πολιτικής θεωρίας, με το βλέμμα στραμμένο στις ιδεολογικο-πολιτικές περιστάσεις της δικής μας εποχής και στα διάφορα ιδεολογήματα που την διατρέχουν, όπως της “συναίνεσης” ή του “τέλους της ιστορίας”.