Θεσσαλονίκη του ’60. Εξοχές. Μονοκατοικίες, λουλουδιασμένες αυλές, αλάνες (πεδία εκτόνωσης παιδιών και έφηβων), παραλιακά κέντρα (ανάσες ψυχαγωγίας των μεγάλων), ψάρεμα και κολύμπι στη θάλασσα, ρεμβασμοί στο μοναδικό ηλιοβασίλεμα του Θερμαϊκού, έρωτες, πλατωνικοί και όχι, υπό το σεληνόφως, αγνά αισθήματα, ανιδιοτελείς φιλίες. Η Αρετή, αθώα και άκακη ψυχή, βιώνει σ’ αυτό το περιβάλλον τον νεανικό έρωτα αλλά και την προδοσία του, που σημαδεύουν την πορεία της ζωής της. Ζωή που της επιφυλάσσει ανατροπές και δοκιμασίες μέσα από τις οποίες συνειδητοποιείται, ανακαλύπτει τις ικανότητές της, ωριμάζει, μαθαίνει ν’ αποδέχεται και να υπομένει ελπίζοντας πάντα σε μια λύτρωση.
Κλείνοντας το Μάτι στα Κύματα
Για αιώνες οι άνθρωποι στην Ευρώπη γεννιόντουσαν και πέθαιναν σε μια ακτίνα επτά μιλιών από τον τόπο τους. Οι λόγοι που έφευγαν από την πόλη τους ήταν ο πόλεμος ή τα ταξίδια για τους Αγίους Τόπους.
Οι μόνοι άνθρωποι που ταξιδεύανε σε όλο τον κόσμο ήταν οι ναυτικοί. Φεύγανε από τον τόπο τους και ταξιδεύανε στις θάλασσες και στα ποτάμια του κόσμου, πλουτίζοντας με εικόνες, γνώσεις και συναισθήματα. Πολλοί απ’ αυτούς, όταν γύριζαν μετά από πολλά χρόνια, ακόμα και πάνω από είκοσι, δεν τους γνώριζαν ούτε οι αγαπημένοι τους. Ήταν η σειρά των ναυτικών να διηγηθούνε αυτά που είδαν, αν και αρκετές φορές περιέγραφαν τι είδε η φαντασία τους και όχι τα μάτια τους, αλλά πάντα αυτά που έλεγαν ήταν το κέντρο ενδιαφέροντος των ανθρώπων που τους άκουγαν.
Η συγγραφή όλων αυτών των κείμενων στο ανά χείρας βιβλίο ήταν μια παλιά εσωτερική ανάγκη. Όλες οι ιστορίες είναι αληθινές. Πολλά ονόματα χαρακτήρων, πλοίων και τόπων καταγωγής είναι φανταστικά.