Περιεχόμενα
– Η τεμπελιά, πραγματική αλήθεια του ανθρώπου
– Σουπρεματισμός
– Για τον Καζιμίρ Μάλεβιτς
– Φωτογραφίες
– Πίνακες
Με τη λέξη «Σουπρεματισμός» εννοώ την υπεροχή του καθαρού συναισθήματος στην δημιουργική τέχνη.
Θέλω στη μελέτη μου να εξηγήσω τι νόημα κρύβει η λέξη “τεμπελιά”, τι καλύπτει το ρητό “αργία μήτηρ πάσης κακίας”.
– Η τεμπελιά, πραγματική αλήθεια του ανθρώπου
– Σουπρεματισμός
– Για τον Καζιμίρ Μάλεβιτς
– Φωτογραφίες
– Πίνακες
Η Σχολή Μπάουχαους ιδρύθηκε αμέσως μετά τον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο στην Βαϊμάρη της αναστατωμένης Γερμανίας.
Με διευθυντές διαδοχικά, τον Βάλτερ Γκρόπιους, τον Γιοχάνες Μάγυερ και τον Μης βαν ντερ Ρόε έζησε, μετακομίζοντας στο Ντεσάου και στο Βερολίνο, μέχρι την ανάρρηση του Χίτλερ στην εξουσία το 1933.
Φιλοδόξησε να προχωρήσει την τέχνη και να την φέρει πιο κοντά στον απλό άνθρωπο (δίνοντας το βάρος στον σχεδιασμό αντικειμένων καθημερινής χρήσης), αλλά συντρίφτηκε από τις πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της εποχής.
Η τεχνοκρίτης και ιστορικός της τέχνης Εύα Φοργκάς παρουσιάζει στο βιβλίο της την συναρπαστική ιστορία αυτής της μεγάλης προσπάθειας, καταγράφει και αναλύει την εσωτερική και εξωτερική κατάσταση της σχολής, συγκρίνει το Μπάουχαους με άλλες αντίστοιχες σχολές της ίδιας εποχής και τονίζει, στο Επίμετρο, την επικαιρότητα του Μπάουχαους.
Με εισαγωγή του επιμελητή της Εθνικής Πινακοθήκης Μάνου Στεφανίδη και με επίμετρο της Εύας Φοργκάς για την ελληνική έκδοση.
Μόνο με όρους της αρχαίας τραγωδίας μπορεί να περιγραφεί η σύντομη ζωή της σημαντικής ποιήτριας Ανθούλας Σταθοπούλου-Βαφοπούλου, που δημιούργησε το έργο της στη Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου. Αφού μέσα σε μία δεκαετία έχασε από ασθένειες τον αδελφό της, τη μητέρα της και την αδελφή της, τελείωσε αθόρυβα και η δική της ζωή, στη μέση ακριβώς της άνοιξης του 1935 (16 Απριλίου), στο σανατόριο Ασβεστοχωρίου. Στον θεατρικό αυτόν μονόλογο αναπλάθονται ποιητικά οι τελευταίες στιγμές της στο δωμάτιο του σανατορίου.
Τα κείμενα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο και γράφηκαν από το 1934 έως το 1969, είναι γράμματα σε φίλους ζωγράφους (Barnett Newman, Robert Motherwell, Adolph Gottlieb και άλλους), εντυπώσεις από ταξίδια στην Ευρώπη (Παρίσι, Λονδίνο, νότια Ιταλία· γράφει χαρακτηριστικά από την Ποσειδωνία της νότιας Ιταλίας: “ανέκαθεν ζωγράφιζα αρχαιο-ελληνικούς ναούς χωρίς να το ξέρω”), περιγραφή καλοκαιριών που πέρασε με την οικογένειά του σε πανεπιστημιουπόλεις των Η.Π.Α. στις οποίες δίδασκε, τετράδια σημειώσεων στα οποία μιλά για την τέχνη των παιδιών και για τη σημασία του σουρεαλισμού, του Πικάσο ή του Μιρό, πικρόχολα σχόλια για τη βασιλεία των εμπόρων έργων τέχνης και των τεχνοκριτικών, μανιφέστα και απαντήσεις σε εφόρους μουσείων και τεχνοκρίτες. Βρίσκονταν σε μουσεία των Η.Π.Α. ή στην κατοχή των παιδιών του και δημοσιεύονται για πρώτη φορά.
Σηκώθηκε, την πήρε απ’ το χέρι, την τράβηξε στο μπαλκόνι. «Κοίτα ψηλά, τι βλέπεις;» τη ρωτά. «Τον ουρανό, τι άλλο; Ασυννέφιαστος σήμερα, πεντακάθαρος», απαντά η Ελένη σα μικρό παιδί στον δάσκαλο που το παίζει παιδί. Ο Πανώρας χαμογελά, περνά το χέρι στον ώμο της, της ψιθυρίζει στο αυτί σαν ερωτευμένος στην πρώτη του εξομολόγηση: «Αν δεν γνωρίζαμε την ανέφελη νύχτα, αν βλέπαμε μόνο το γαλάζιο που μας σκεπάζει, δεν θα μαθαίναμε ποτέ πως πέρα απ’ αυτό απλώνεται το άπειρο, οπότε δεν θα είχαμε μέτρο να μετρηθούμε ούτε να μετρήσουμε παρά μόνον εκείνο του μικρόκοσμού μας, ο οποίος, χωρίς αμφιβολία, περιέχει κι αυτός όχι μόνο τη γεύση μα και τη δομή του απείρου, πώς αλλιώς. Μόνο που δίχως την πλήρη εικόνα είναι αδύνατο να εννοήσουμε καλά ακόμα κι αυτό. Μηρυκάζουμε βέβαια τα λόγια του ποιητή που λέει πως είμαστε φτιαγμένοι απ’ το υλικό των ονείρων, ενώ δεν μας πάει ο νους στο γεγονός πως και τα όνειρα είναι φτιαγμένα από το ίδιο υλικό, πες το αστερόσκονη, απ’ την οποία είμαστε φτιαγμένοι.» Την κοίταξε στα μάτια: «Παρ’ όλη την προσπάθεια να σε παρασύρω στο σύμπαν, βλέπω πως σκάλωσες στη σκόνη, σ’ ενοχλεί η λέξη, έστω και ως δεύτερο συνθετικό της ποιητικότατης αστερόσκονης. Όμως, ό,τι ξεστόμισα το έκανα για να ενθαρρύνω τον από δική μου υπαιτιότητα πληγωμένο ιδεαλισμό σου, όσο και για να υποκλιθώ μπροστά του. Είχα λησμονήσει πως ο εγκέφαλος λειτουργεί σύμφωνα με τον τρόπο που δραστηριοποιείται το σύμπαν, μέχρι που σήμερα, πρωί-πρωί με την αυγούλα, επέστρεψαν τα λόγια στον νου μου, λόγια ενός άλλου, όχι δικά μου.»