Φιλοσοφία

Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού – Τρίτο Μέρος: Ολοκληρωτισμός

Στον τρίτο τόμο του θεμελιώδους έργου της η συγγραφέας μελετά τους θεσμούς, τις οργανώσεις και τις λειτουργίες των ολοκληρωτικών κινημάτων και των ολοκληρωτικών κυβερνήσεων, και εστιάζει την προσοχή της στις δύο γνήσιες μορφές κυριαρχίας του ολοκληρωτισμού που μας παρουσίασε η ιστορία – στις δικτατορίες του Εθνικο-σοσιαλισμού μετά το 1938 και του Μπολσεβικισμού μετά το 1930. Εξετάζει τον μετασχηματισμό των κοινωνικών τάξεων σε μάζες, τον ρόλο της προπαγάνδας στις σχέσεις με τον μη ολοκληρωτικό κόσμο και τη χρήση της τρομοκρατίας – ουσιώδους χαρακτηριστικού αυτής της μορφής διακυβέρνησης. Και σ’ ένα λαμπρό τελευταίο κεφάλαιο αναλύει τη φύση της απομόνωσης και της μοναξιάς, που τις θεωρεί προϋποθέσεις για την ολική κυριαρχία.

Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού – Πρώτο Μέρος: Αντισημιτισμός

Στις σελίδες αυτού του πρώτου τόμου γίνεται φανερό πως η πορεία του σύγχρονου αντισημιτισμού ακολουθεί την πορεία ανάπτυξης και παρακμής του εθνικού κράτους στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, ενώ οι πηγές του μπορούν να αναζητηθούν στην εβραϊκή ιστορία των προηγούμενων αιώνων. Οι εβραίοι, με τη μακραίωνη παράδοση ως πιστωτές χρημάτων, μετά την κατάρρευση του φεουδαρχικού συστήματος και τη σύσταση των εθνικών κρατών εκμεταλλεύθηκαν το χρηματοπιστωτικό κενό και αναδείχθηκαν στους κατεξοχήν κρατικούς τραπεζίτες των ευρωπαϊκών ηγεμονιών. Στις αυλές των Ευρωπαίων μοναρχών εγκαταστάθηκαν εύποροι εβραίοι και κραταιοί οίκοι εβραϊκών οικογενειών, όπως οι Ρότσιλντ, απέκτησαν υψηλό αριθμό ευρωπαϊκών διασυνδέσεων. Ταυτόχρονα, έλαβαν ιδιαίτερα προνόμια από τις κυβερνήσεις και τις μοναρχίες δίχως όμως να καταφέρουν ποτέ, εξαιτίας της ιδιαιτερότητάς τους, να ενσωματωθούν κοινωνικά και πολιτικά, αποτελώντας κατά αυτόν τον τρόπο πάντα «ένα έθνος μέσα στο έθνος». (Βαγγέλης Γραμματικόπουλος, bookpress.gr, Μάρτιος 2018)

Οι Απαρχές του Ολοκληρωτισμού – Δεύτερο Μέρος: Ιμπεριαλισμός

Σ’ αυτόν τον δεύτερο τόμο της μνημειώδους μελέτης της η συγγραφέας εξετάζει την περίοδο του ευρωπαϊκού αποικιακού ιμπεριαλισμού, από το 1884 έως το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, μία παράξενη και ωμή εποχή που παρουσιάζεται μέσα από τα χαρακτηριστικά πορτραίτα του Ντισραέλι, του Σέσιλ Ρόουντς, του Γκομπινώ, του Προυστ και του Τ.Ε. Λώρενς. Αν και η εποχή αυτή «σημαδεύεται ακόμη από μια ορισμένη μετριοπάθεια και ελεγχόμενη ευυποληψία», η συγγραφέας επισημαίνει ότι το τέλος της έφερε την παρακμή του εθνικού κράτους και την αποσύνθεση της ταξικής κοινωνίας της Ευρώπης, τα δύο βασικά συμβάντα που γέννησαν τον ολοκληρωτισμό, ο οποίος με τη σειρά του παρήγαγε τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τα εργοστάσια θανάτωσης της πρόσφατης ιστορίας.

Οι Ανάγκες του Ανθρώπου Σήμερα

Όλες οι βεβαιότητές μας για το νόημα ιδεών και λέξεων (νόημα που η σύγχρονη κουλτούρα θεωρεί δεδομένο) κλονίζονται ή ανατρέπονται όταν διαβάζουμε τα βιβλία του Ιλλιτς. Το θεωρητικό του έργο αντιπροσωπεύει μια ριζική κριτική στη βιομηχανική κοινωνία, στην τεχνολογία και στους σύγχρονους πολιτικούς θεσμούς. Είναι ταυτόχρονα μια πρόκληση και μια πρόσκληση για μιαν “αλλαγή τρόπου σκέψης”, που ανατρέπει πλήρως τη σημερινή μας κοσμοαντίληψη. Φιλοδοξεί να μας προμηθεύσει μιαν άλλη γλώσσα και μιαν άλλη σκέψη, που θα μας δίνει τη δυνατότητα να επιμένουμε στην αυτόνομη και δημιουργική δράση. […]
Σύμφωνα με τον Ιλλιτς, πρέπει να πάψουμε να ταυτίζουμε την πρόοδο με τον πολλαπλασιασμό εμπορευμάτων και πρέπει να σκεφτούμε με εντελώς νέο τρόπο την αλληλοσυσχέτιση αναγκών και ικανοποιήσεων. Ένα πρόγραμμα “συμβιωτικής λιτότητας” πρέπει να αντιταχθεί στην απόλυτη κυριαρχία του εμπορεύματος, προκειμένου να ευνοήσει την παραγωγή αξιών χρήσης που δεν εμφανίζονται στην αγορά.
(Θανάσης Γιαλκέτσης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, Ιούλιος 1999)

Οδικά Τοπία της Νεωτερικότητας

Έχοντας αφιερώσει περισσότερο από τριάντα χρόνια εξερευνώντας, διαβάζοντας και χαρτογραφώντας τα “οδικά τοπία της νεωτερικότητας”, τα αδιέξοδα, τα σταυροδρόμια, τους μονόδρομους της αστεακής νεωτερικότητας, ο Νταίηβιντ Φρίσμπυ μας έχει προσφέρει αναλυτικά, κατατοπιστικά και ακριβέστατα πανοράματα της μοντέρνας, καπιταλιστικής μητρόπολης και της εμπειρίας του καινούργιου σε αυτήν.
Παρά το μόνιμο και σκόπιμο “ίσως” του ή μάλλον εξ αιτίας αυτού του “ίσως”, η κοινωνιολογία και η κοινωνική θεωρία του Φρίσμπυ στηρίζονται σε μία θεμελιώδη παρατήρηση:
η διέξοδος και οι εναλλακτικές διαδρομές από το φαινομενικό ή μη χάος, ασάφεια, ανασφάλεια και σύγχυση στη μοντέρνα καπιταλιστική μεγαλούπολη μπορεί να βρεθεί μέσα σε αυτήν, μέσα από την περιπέτεια σε αυτήν, όχι από όλα όσα μπορεί να νομίζουμε ότι ξέρουμε για την κοινωνική ζωή αλλά από τη συγκεκριμένη και απτή γνώση αυτού που μπορούμε να αναζητήσουμε, να γνωρίσουμε και να αναγνωρίσουμε ως αλήθεια πίσω από τις εορταστικές μάσκες που καλλωπίζουν την καθημερινότητα στη μοντέρνα καπιταλιστική μητρόπολη.

Ο Πολιτικός Καντ Σήμερα

Οι σχέσεις κυριαρχίας που εγκαθιδρύονται στο πλαίσιο των αστικών θεσμών εγγυώνται, βέβαια, ότι αυτοί δεν πρόκειται να καταρρεύσουν με την πρώτη διανεμητική αστοχία τους. Ωστόσο, όταν η κυριαρχία λάβει τον χαρακτήρα άκριτης επιβολής, όπως συμβαίνει σήμερα, όταν δηλαδή οι θεσμοί παύουν να ευνοούν σχέσεις δικαιικής αμοιβαιότητας και στηρίζονται πλέον αποκλειστικά στην κάθετη ιεραρχική σχέση μεταξύ κυβερνώντων και υπηκόων, τότε τίποτα δεν μπορεί ν’ αποκλείσει ενεργοποίηση της οικονομικής αντινομίας του δικαίου, όξυνση των κοινωνικών συγκρούσεων που λανθάνουν σ’ αυτήν και, τελικά, δυναμική επανεμφάνιση της συντακτικής εξουσίας. Σε τέτοιες συνθήκες, η ρητορική επίκληση του κοινωνικού συμβολαίου ή και της λαϊκής κυριαρχίας εκ μέρους των κυβερνώντων δεν είναι αρκετή για ν’ αναστείλει τη θεμελιακή κίνηση θεσμικής ανασυγκρότησης, το έργο της συντακτικής εξουσίας. Στο ανά χείρας έργο ο Κώστας Ν. Στρατηλάτης επιχειρεί ν’ ανασκευάσει σειρά διαδεδομένων αλλά εσφαλμένων πεποιθήσεων σχετικά με την πολιτική σκέψη του σημαντικότερου ίσως φιλοσόφου του Διαφωτισμού, του Ιμμάνουελ Καντ. Εστιάζοντας στα πολιτικά δοκίμια του Καντ, ο συγγραφέας αμφισβητεί τον κομβικό χαρακτήρα εννοιών όπως το “κοινωνικό συμβόλαιο” και τα “ανθρώπινα δικαιώματα”. Τα θεμέλια του δικαίου και της πολιτείας εντοπίζονται σε σειρά επιχειρημάτων και αρχών, όπως η καταστατική διασύνδεση μεταξύ δικαίου και καταναγκασμού, η “βασική αντινομία του δικαίου” και η “βιοτική ανεξαρτησία” του πολίτη, των οποίων συνδετικός ιστός είναι το ιστορικό φορτίο και το κοινωνικό ενδιαφέρον των “πρώτων αρχών” του έλλογου δικαίου. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο συγγραφέας επιχειρεί να εντοπίσει τις ιστορικο-φιλοσοφικές διόδους που οδηγούν στο έργο του Χέγκελ και στην κριτική της αστικής πολιτικής οικονομίας εκ μέρους του Μαρξ. Οι ερμηνείες του έργου του Καντ δεν προσανατολίζονται σε αποκάλυψη του αυθεντικού νοήματος του κειμένου (διότι, κατά πεποίθηση του συγγραφέα, η αυθεντικότητα της ερμηνείας συνιστά υπόθεση απλώς επιστημική, επικίνδυνη όταν καθίσταται δόγμα και αυτοσκοπός). Κύρια μέριμνα του συγγραφέα είναι να ρίξει φως σε παραμελημένες πτυχές της καντιανής πολιτικής θεωρίας, με το βλέμμα στραμμένο στις ιδεολογικο-πολιτικές περιστάσεις της δικής μας εποχής και στα διάφορα ιδεολογήματα που την διατρέχουν, όπως της “συναίνεσης” ή του “τέλους της ιστορίας”.

Ο Πέτρος Επινόησε τον Ιησού – Πως Ανέκυψαν οι Θρύλοι των Θαυμάτων;

– Γράφηκαν επακριβώς στην Καινή Διαθήκη οι διδαχές και τα λόγια του Ιησού;
– Ποιος τα αλλοίωσε και γιατί;
– Τι είπε αρχικά ο Ιησούς και ποιο το πραγματικό νόημα των λόγων του;
– Μπορούμε να δούμε τι ακριβώς είπε ο Ιησούς και ποιος ακριβώς ήταν ο συμβολισμός των λόγων του την εποχή εκείνη;
– Μας δίνει η Καινή Διαθήκη τη σωστή εικόνα για την προσωπικότητα του Ιησού;
Σε αυτά τα σημαντικά ερωτήματα δίνει απάντηση το βιβλίο “Ο Πέτρος επινόησε τον Ιησού”.
Μία νέα αναλυτική μέθοδος δίνει απροσδόκητα αποτελέσματα και απόψεις για την κατανόηση της Βίβλου.
Ο Dimitri Speck επιδεικνύει σπάνιο πνευματικό θάρρος και παρουσιάζει κατά την έρευνα των βιβλικών κειμένων μία αξιέπαινη αντικειμενικότητα μακριά από κάθε προκατάληψη.
Το βιβλίο είναι μία σημαντική συνεισφορά στο μεγάλο πολιτισμικό θέμα Βίβλος και χριστιανισμός. (Στέφανος Σκληβάνος, φυσικός)

Μονοπάτια στην Ουτοπία

Στο βιβλίο του ΜΟΝΟΠΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΟΥΤΟΠΙΑ (πρώτη έκδοση 1946) ο Μπούμπερ εξετάζει τον ουτοπικό σοσιαλισμό. Ασχολείται όχι τόσο με την ανάπτυξη της ιδέας όσο με την ιδέα στην εξέλιξή της. Από το πλούσιο διαθέσιμο υλικό για το θέμα του, ο συγγραφέας παρουσιάζει μόνον ό,τι θεωρεί ουσιώδες για την εξέταση της καθαυτό ιδέας. Ακόμη, πραγματεύεται τις παράτολμες αλλά εύθραυστες προσπάθειες να πραγματωθεί ο ουτοπικός σοσιαλισμός. Έτσι, ο αναγνώστης διαθέτει ό,τι χρειάζεται, προκειμένου να παρακολουθήσει την κριτική που ασκεί ο Μπούμπερ στη θεωρητική και στην πρακτική σχέση του μαρξισμού με την ιδέα της ανανέωσης των κοινωνικών δομών. (Γιώργος Κορδομενίδης, Αγγελιοφόρος, 2/12/2001)

Κριτική της Τέχνης Κριτική της Κοινωνίας

Κριτική της Τέχνης – Κριτική της Κοινωνίας, ήταν ο τίτλος του Σεμιναρίου αισθητικής του καθηγητή μας Olivier-Renault d’Allonnes στη Σορβόνη. Τον ίδιο τίτλο δώσαμε και στον παρόντα τόμο, αποτίοντας έτσι τιμή σ’ έναν πρωτοπόρο και διεθνούς εμβέλειας ερευνητή και καθηγητή της αισθητικής και της κριτικής θεωρίας. Ο Olivier-Renault d’Allonnes, ο Έλληνας, ο Εβραίος και ο Γάλλος θεωρητικός του ρεμπέτικου, του Σαίνμπεργκ και του Αντόρνο, ο οποίος είχε καταλήξει να ζει για την Αισθητική, αναπολώντας συγχρόνως το ιστορικό Artisanat (χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στον τοίχο πίσω από την καρέκλα του γραφείου του στο σπίτι του είχε μια συλλογή εργαλείων επιπλοποιού), από τον Μάρτιο του 2009 δεν είναι πια μαζί μας. Βιώνοντας έντονα τις αρνητικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης: γενικευμένη αλλοτρίωση, αποξένωση, διάλυση ή ακόμη και αποσύνθεση της όποιας ιστορικής συνείδησης και κοινωνικής υποκειμενικότητας που υπήρχε από πριν μέχρι την εμφάνιση και διάδοση στα νεότερα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, επέστρεψε λίγο πριν τον θάνατό του στο χωριό του στη Βρετάνη και στη συνέχεια στη μητρική του γη.

Καθαρός Πόλεμος

Προσπαθήσαμε να φανερώσουμε τις σημαντικές τάσεις: το ζήτημα της ταχύτητας την ταχύτητα ως ουσία του πολέμου την τεχνολογία ως παραγωγό της ταχύτητας τον πόλεμο ως επιμελητεία, όχι ως στρατηγική τον ενδο-αποικισμό την αποτροπή τα έσχατα όπλα τον Καθαρό πόλεμο.

Ηθική

Ο κλασικός αναρχισμός υπερασπίζεται μαχητικά ένα ιδεώδες ελευθερίας που δεν συνεπάγεται την ελευθερία του ατόμου να κάνει ό,τι θέλει, αδιαφορώντας για το κοινωνικό σύνολο, αλλά προϋποθέτει μάλλον μιαν ελευθερία που ρυθμίζεται από την ηθικότητα, που αναγνωρίζει και τηρεί τις επιταγές μιας ηθικής της συνεργασίας, της αλληλοβοήθειας και της δικαιοσύνης. Οι κλασικοί θεωρητικοί του αναρχισμού αποδέχονται γενικά την ύπαρξη ενός αντικειμενικού ηθικού νόμου, που είναι κατά κάποιο τρόπο εγγενής στη φύση ή μπορεί να αναχθεί σ’ αυτήν. Η υπόθεση ενός φυσικού ηθικού νόμου υποστυλώνει την πεποίθησή τους ότι είναι δυνατόν να εδραιωθεί μια νέα ανώτερη ηθική τάξη πραγμάτων ελευθερίας και δικαιοσύνης, χωρίς τον καταναγκασμό του κράτους και τα δεσμά της θρησκείας ή της μεταφυσικής. Στην “Ηθική” ο Κροπότκιν οραματίζεται μιαν ηθική πρόοδο του ανθρώπινου γένους, που θα γίνει δυνατή χάρη στην ανάπτυξη των φυσικών και κοινωνικών επιστημών. […] Η νέα σύλληψη των θεμελιωδών αρχών της ηθικής που προτείνει ο “αναρχικός πρίγκιπας” βρίσκει στον Δαρβίνο τον μεγάλο της πρόδρομο. […] Στην “Καταγωγή του ανθρώπου” ο Δαρβίνος έδειξε ότι ο πόλεμος στη φύση περιορίζεται κυρίως σε αγώνα μεταξύ διαφορετικών ειδών, ενώ μέσα στο ίδιο είδος η πρακτική της αλληλοβοήθειας είναι ο κανόνας. Πάνω σ’ αυτό το στέρεο θεμέλιο της αλληλοβοήθειας μπορεί να ανεγερθεί ολόκληρο το οικοδόμημα μιας νέας ηθικής του αλτρουισμού, της δικαιοσύνης και της ισοτιμίας, που θα έχει διαρρήξει οριστικά τους δεσμούς της με τη θεολογία και τη μεταφυσική”. (Θανάσης Γιαλκέτσης, Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, 7/8/2007)

Η Πολιτική Αυταπάτη

Στη Δυτική κοινωνία ο πολιτικός βερμπαλισμός εκφράζει μια διπλή αυταπάτη, ενώ συγχρόνως την γεννά. Παρευρισκόμαστε στην ανάπτυξη της αυταπάτης του πολιτικού ανδρός που πιστεύει πως κουμαντάρει τον κρατικό μηχανισμό και πως παίρνει πάντα αποτελεσματικές πολιτικές αποφάσεις, ενώ είναι ολοένα περισσότερο ανίσχυρος απέναντι στην αυξανόμενη ακαμψία των κρατικών μηχανισμών.
Αλλά η ισχύς και η αποτελεσματικότητα των μέσων δράσης του κράτους, που παρεμβαίνουν ολοένα πιο βαθιά και επακριβώς στη ζωή του έθνους και στη ζωή των πολιτών, κρύβουν αυτή την ανισχυρότητα του πολιτικού ανδρός. Ο πολιτικός, κι αν ακόμη είναι δικτάτορας, δεν ασκεί εν τέλει κανέναν έλεγχο πάνω σ’ αυτά τα μέσα. Παράλληλα, εμφανίζεται η αυταπάτη του πολίτη, που, ζώντας ακόμη με την ιδεολογία της λαϊκής κυριαρχίας και των δημοκρατικών συνταγμάτων, πιστεύει πως μπορεί να ελέγξει την πολιτική, να την προσανατολίσει, να συμμετάσχει στην πολιτική λειτουργία, ενώ το πολύ που μπορεί να κάνει είναι να ελέγχει ουσιαστικά ανίσχυρους πολιτικούς. Βασιζόμενος σ’ αυτή τη διπλή αυταπάτη, εμπλέκεται σ’ ένα διάλογο ανίσχυρων.
Υπάρχει απάντηση σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση; Αν υπήρχε, θα ήταν οπωσδήποτε ταπεινή και ηρωική.

Η Πληροφορική Βόμβα

Ατομική βόμβα χθες, γενετική βόμβα αύριο καμία από τις δυο τους δεν θα ήταν νοητή χωρίς την πληροφορική βόμβα. Πράγματι, η συστηματική απορρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας θα ήταν ακατανόητη, αν δεν την προσεγγίζαμε με βάση τη διατάραξη του συστήματος της πληροφορίας. Διαδοχικά οικονομικά κραχ, επανειλημμένες πυρηνικές δοκιμές, πολιτική και κοινωνική αποσύνθεση: σημάδια που αναγγέλλουν ότι ο κόσμος μας ετοιμάζεται να ξαναζήσει το δράμα της Βαβέλ. Ο Πωλ Βιριλιό, που πρώτος ασκεί κριτική στον Κυβερνοκόσμο, καταγγέλλει σήμερα όχι τόσο μια τεχνική, όσο ένα αλληλεπιδρασιακό σύστημα που μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση της Κυβερνοβόμβας, μ’ άλλα λόγια μιας αλυσιδωτής καταστροφικής αντίδρασης, από τη στιγμή που οι ανταλλαγές θα έχουν απλωθεί σε ολόκληρη την υδρόγειο. Το βιβλίο αυτό του Πωλ Βιριλιό, χρονικό των τελευταίων ημερών μιας χιλιετίας, μας προειδοποιεί για τον μελλοντικό πόλεμο: τον πόλεμο της πληροφορίας.

Η Ουτοπία, οι Δαίμονες της Ψυχής και η Προοπτική του Ανθρώπου

α τέσσερα κείμενα που συγκεντρώσαμε εδώ είναι από τα τελευταία χρόνια της ζωής του αμερικανού οικουμενικού στοχαστή Λιούις Μάμφορντ (1895-1990), που τα κυριότερα έργα του είναι: “Η ιστορία των ουτοπιών” , “Τέχνη και τεχνική”, “Οι μεταμορφώσεις του ανθρώπου” και το δίτομο κύκνειο άσμα του “Ο μύθος της μηχανής” (Α’ Τεχνική και ανάπτυξη του ανθρώπου, Β’ Το Πεντάγωνο της ισχύος). Το πρώτο δημοσιεύθηκε το 1962 ως Νέος Πρόλογος στο βιβλίο του “Η ιστορία των ουτοπιών” και μιλάει για τα συναισθήματα που ένιωσε και τις σκέψεις που έκανε μελετώντας τις ουτοπίες. Το δεύτερο πραγματεύεται τους δύο βασικούς ανατόμους της ανθρώπινης ψυχής, τον Ζίγκμουντ Φρόυντ και τον Καρλ Γιουνγκ, που οι δρόμοι τους κάποτε ενώθηκαν και κατόπιν οριστικά χώρισαν. Στο τρίτο και στο τέταρτο κείμενο εκθέτει τις απόψεις του για τις προοπτικές που ανοίγονται στον άνθρωπο, έτσι όπως έχει οργανώσει τη ζωή του στον πολιτισμό μας.

Η Καταναλωτική Κοινωνία

Όπως όλοι οι μεγάλοι μύθοι που σέβονται τον εαυτό τους, ο μύθος της “κατανάλωσης” έχει τον λόγο του και τον αντίλογό του: ο εξυμνητικός λόγος για την αφθονία συνοδεύεται από έναν “κριτικό” αντίλογο, σκυθρωπό και ηθικολογικό, για τα κακά της καταναλωτική κοινωνίας και την τραγική κατάληξη στην οποία θα οδηγήσει οπωσδήποτε τον πολιτισμό μας. Η μαγεία της κοινωνίας μας είναι λευκή, δεν είναι πια εφικτή η αίρεση μέσα στην αφθονία. Πρόκειται για την προφυλακτική λευκότητα μιας χορτασμένης κοινωνίας, μιας κοινωνίας χωρίς ίλιγγο και χωρίς ιστορία, χωρίς μύθο άλλον από τον εαυτό της.

Η Ιστορία των Ουτοπιών

Η έμφαση του στοχαστή στη σημασία της τοπικής και περιφερειακής κοινότητας, σε αντίθεση με το κράτος, τον κάνει έναν επίγονο του Θορό και του ιδιότυπου αμερικάνικου αναρχισμού του. Αλλά ο Μάμφορντ δεν παύει να διεκδικεί και τη μεγαλούπολη για τη δική του ουτοπία. Αυτό που αντλεί από τις ουτοπικές παραδόσεις δεν είναι οδηγίες για δράση και συνταγές γενικής ευτυχίας. Είναι περισσότερο η ώθηση για έμπνευση νέων μορφών αγαθού βίου, νέων ειδώλων πολιτισμού. Η ανάγκη του αυτή στηρίζεται στην κεντρική ιδέα του βιβλίου: πως από την έρευνα των ουτοπιών μπορούμε να μάθουμε περισσότερα για την πραγματικότητά μας. Να μάθουμε, κυρίως, να κοιτάμε τα πράγματα στο φως της μετάπλασης και αναδιαμόρφωσής τους. Έτσι, λέει ο Μάμφορντ, θα απαλλαγούμε και από τις “κίβδηλες ουτοπίες”, εννοώντας τους ολοκληρωτικούς μύθους. (Νικόλας Σεβαστάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 9/10/1998)