Γούτας Παναγιώτης
Ο Παναγιώτης Γούτας γεννήθηκε το 1962 στη Θεσσαλονίκη, όπου και ζει. Σπούδασε νομικά και παιδαγωγικά. Εργάζεται στη δημόσια εκπαίδευση. Από το 1990 δημοσιεύει ποίηση, διηγήματα και μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά, ενώ από το 2002, δημοσιεύει τακτικά βιβλιοκρισίες και κριτικά κείμενα.
Βιβλία του ιδίου
Ενός Καφέ Μύριοι Έπονται
Χιλιάδες καφέδες έρχονται στη μνήμη του Χάρη Σεμνού. Της νιότης και της άγουρης εφηβείας του. Της στρατιωτικής του θητείας και της δουλειάς του. Του έρωτα και της αναπόλησης. Της συγγραφικής αγωνίας. Φουσκώνουν τα χρόνια στο μυαλό όπως το καϊμάκι σε μπρίκι τούρκικου καφενέ. Μπερδεύονται οι γεύσεις, οι ποικιλίες, τα αρώματα, σε ένδοξο παρελθοντικό χρόνο αλλά και στο άγονο παρόν, αναδίδοντας ένα δικό τους ξεχωριστό άρωμα, κι αφήνοντας μια ιδιαίτερη επίγευση στο στόμα. Το γλυκό χαρμάνι της ζωής που τον κρατάει ζωντανό και τον διεγείρει. Ακόμα και τώρα που έχει κόψει, πλέον, τους καφέδες.
Η Εγγύτητα των Πραγμάτων
Η ψυχοπαθολογική αποτύπωση στην οξεία φάση της πανδημίας φανερώνει πως ο covid-19 δεν προκάλεσε απλώς ιογενή πνευμονία σε αρκετούς συνανθρώπους μας, οδηγώντας τους συχνά στον θάνατο, αλλά υπήρξε κάτι βαθύτερο, κρυφό και ύπουλο, αφού αλλοίωσε ανθρώπινες προσωπικότητες και διατάραξε τις ανθρώπινες σχέσεις. Ωστόσο, η απόσταση από πρόσωπα και καταστάσεις είχε ως επακόλουθο να αναπτυχθεί μια άλλου τύπου εγγύτητα, που δεν σχετίζεται με τα κοινωνικά δίκτυα και την αλόγιστη επικοινωνία, αλλά με τη συνειδητοποίηση των ορίων μας, της ύπαρξής μας και τη βαθύτερη γνώση των πραγμάτων.
Είκοσι μία ιστορίες γραμμένες στο διάστημα της πρώτης και της δεύτερης καραντίνας. Η αντανάκλαση των παρενεργειών του κορωνοϊού σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Ιχνηλασίες ανθρώπων που άγγιξαν ή ξεπέρασαν κάποιο όριο, ευρισκόμενοι στην κρίσιμη καμπή της ζωής τους. Παράλληλα, όμως, και ιχνηλασίες των ορίων της γραφής, που σε κρίσιμες περιστάσεις λειτουργεί ως βακτηρία και αποκούμπι.
Κήπος Βιβλίων – Διαβάζοντας Θεσσαλονικείς και Αμερικανούς Πεζογράφους
“Αναρωτιέμαι, αν αυτή η ηθική στάση των πεζογράφων της Θεσσαλονίκης απέναντι στη ζωή διαφέρει τελικά και κατά πόσο από την ειλικρίνεια του Ροθ και των άλλων Αμερικανών συγγραφέων, αλλά και την αίσθηση του χρέους που τους διακρίνει στη γραφή τους. Χρέος να καυτηριάσουν τη σαπίλα της αμερικανικής κοινωνίας, τα αδιέξοδα του έρωτα, τα προσωπικά ναυάγια, τον παραλογισμό της οικογένειας, το συλλογικό τραύμα του πολέμου στο Βιετνάμ, τους δήθεν διανοούμενους του καιρού τους. Πιστεύω τελικά πως αυτό το ηθικού τύπου “συγγραφικό καλούπι”, αν μπορώ να το ορίσω έτσι, είναι κοινό τόσο στους Αμερικανούς όσο και στους Θεσσαλονικείς πεζογράφους. Και αν ο αντικομφορμισμός και η αντισυμβατικότητα των Αμερικανών συγγραφέων αυτής της περιόδου είχε αιχμή του δόρατος τη στηλίτευση του ιδεολογήματος του “αμερικανικού ονείρου”, στη Θεσσαλονίκη του ’60 και του ’70, το ισοδύναμο των επιπτώσεων του αμερικανικού ονείρου σε κοινωνικό επίπεδο ήταν ο συντηρητισμός, ο μικροαστισμός και η απέραντη ηθικολογία των ανθρώπων της – στοιχεία που, βοηθούσης και της θρησκοληψίας, επιβιώνουν, δυστυχώς, μέχρι και σήμερα σ’ αυτήν εδώ την πόλη.”
Δύο εκτενείς ενότητες με 50 συνολικά κείμενα -μελέτες, δοκίμια, βιβλιοκρισίες και συνδυαστικές κριτικές- για Θεσσαλονικιούς (και όχι μόνο) πεζογράφους, αλλά και για μια ενδεκάδα Αμερικανών, που η ρεαλιστική τους γραφή, το “ηθικό βίωμα”, η αυτοβιογραφική διάθεση αλλά και η δημιουργική φαντασία καθόρισαν (και καθορίζουν ακόμη) το σημαντικό τους έργο.