Βαλεντίνη Χρ. Καμπατζά
Η Βαλεντίνη Καμπατζά γεννήθηκε Θεσσαλονίκη. Τελείωσε τη Γαλλική Φιλολογία του Α.Π.Θ., την Ελληνική Φιλολογία του Α.Π.Θ., είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στη Γαλλική Λογοτεχνία (Γαλλική Φιλολογία Α.Π.Θ.), καθώς και διδακτορικού διπλώματος συγκριτικής γλώσσας και λογοτεχνίας του Α.Π.Θ. Από το 1984 μέχρι σήμερα, έχει δημοσιεύσει σε λογοτεχνικά-φιλολογικά περιοδικά αρκετά διηγήματα και πάνω από 36 πρωτότυπες δημοσιεύσεις-δοκίμια σχετικά με θέματα γλώσσας και λογοτεχνίας.
Βιβλία του ιδίου
Η Δυναμική των “Πραγμάτων” του Κώστα Θ. Ριζάκη Βασικός Μοχλός Εκκίνησης στον Επιτάφιο Δρόμο
Ο Επιτάφιος Δρόμος του ποιητή Κώστα Θ. Ριζάκη έχει ως βασικό μοχλό εκκίνησης τα ανεκτίμητα «πράγματα»-αντικείμενα του δημιουργού· αυτά τα σεβαστά, εναπομείναντα οικογενειακά κειμήλια, πολύτιμη παρακαταθήκη των αγαπημένων του νεκρών και αναγκαία-ζωογόνο υλικό για την ποιητική του έμπνευση και την αρμονική σύνδεση παρελθόντος-παρόντος-μέλλοντος. Μετά από έναν κυκεώνα ανατροπών, απωλειών, θανάτων που στιγμάτισαν καθοριστικά τον ποιητή, τα «πράγματα» συνιστούν τον μοναδικό αφιλοκερδή του φίλο στη δύσκολη επίγεια διαδρομή του, στον κακοτράχαλο «επιτάφιο δρόμο».
Έχοντας ως φόντο το γνώριμο χρώμα της νύχτας (γόνιμης χρονικής περιόδου της ποιητικής του δημιουργίας), ο Κώστας Θ. Ριζάκης καταφεύγει στην τρυφερή αγκαλιά τους και με τη συνδρομή τους ανασύρει μνήμες, εικόνες από το προσωπικό και οικογενειακό του παρελθόν.
Απολαμβάνοντας τη θαλπωρή του ήρεμου αυτοσχέδιου «κελλιού» του, του φιλόξενου δωματίου του σπιτιού του, «οικοσιτεί» μαζί τους, χωρίς καμία επιθυμία εξόδου στην ανούσια, τεχνητή κοινωνία.
Με τη συνδρομή της ποίησης, ο Κώστας Θ. Ριζάκης, επάξιος «φτωχός του μόχτου δουλευτής», κατορθώνει τελικά να υπερνικήσει την απαξιωτική-μηδενιστική λήθη, τον φθοροποιό και πανούργο χρόνο, τον ίδιο τον αποκρουστικό θάνατο και να αναδυθεί από τον προσφιλή του «βυθό» στην επιφάνεια, στο λαμπερό «φως», στην ελπίδα.
Ιχνηλατώντας τον Χρόνο
Σε αυτήν την εφήμερη επίγεια διαδρομή “είμαστε όλοι ανώνυμοι/ άμμος που σκορπίζει ο χρόνος/ στην έρημο του κόσμου/ στιγμιαίες λάμψεις/ φτερουγίσματα/ προσωρινή απόδραση/ από το τίποτα στην αυταπάτη/ ζούμε τα δευτερόλεπτά μας/ σ’ ένα περίπλοκο οικοδόμημα/ επινοούμε θρησκείες και θεούς/ μήπως και παρηγορηθούμε/ για την αφόρητη αλήθεια του πεπρωμένου/ είμαστε όλοι ανώνυμοι/ εναλλασσόμενες σκιές της ύπαρξης/ φαντάσματα σε θέατρο του παραλόγου”, σύμφωνα με τον ποιητή και πεζογράφο της Θεσσαλονίκης Τόλη Νικηφόρου.
Τελικά, μετά από πολυετείς δοκιμασίες, άγονες αυταπάτες και διαφόρων μορφών χίμαιρες που παγίδευσαν το σύγχρονο δυτικό άτομο στο όνομα της υποτιθέμενης ευμάρειας και της υλικής ευτυχίας (αφοπλίζοντάς το σε ανούσιους τεχνητούς ρόλους και κομφορμιστικούς κανόνες), η ελπίδα διαφαίνεται αχνά μέσα από τους χώρους της Λογοτεχνίας και της Τέχνης- μέσα από έναν γόνιμο επαναπροσδιορισμό των ανθρώπινων αξιών και της ηθικής σύμφωνα με τους κανόνες της αμόλυντης φύσης: “Τη μυγδαλιά αγαπώ/ όχι νυφούλα/ του χειμώνα στολισμένη/ αλλά γιατί/ ν’ ανθίσει βιάζεται/ τους νόμους αψηφώντας” – Γ. Στεφανάκις
Κ. Π. Καβάφης – Albert Camus Η Δύναμη του Χρόνου και των Συμβόλων στο Έργο τους
«Μέσα σ’ ένα κιβώτιο ή μέσα σ’ ένα έπιπλο από πολύτιμον έβενο θα βάλω και θα φυλάξω τα ενδύματα της ζωής μου». Η δήλωση αυτή του Αλεξανδρινού ποιητή Κ. Π. Καβάφη αποκαλύπτει πλήρως -με συμβολικό ασφαλώς τρόπο- τον πρωτεύοντα ρόλο που αναλαμβάνει ο Χρόνος στη διαμόρφωση της ανθρώπινης πορείας. Ο παράγοντας αυτός επηρεάζει άλλοτε θετικά και συχνότερα αρνητικά τις προσωπικές στιγμές και περιόδους της ζωής του ποιητή, που -υπό τη μορφή αναμνήσεων, έντονων ή αχνών- ανασύρονται στην καταπονημένη μνήμη του ως «ενδύματα» χρώματος γαλάζιου (παιδική αθωότητα και ανεμελιά), κόκκινου (πάθος), κίτρινου (μίσος ή ερωτική ζήλεια) και τέλος μαύρου (θλίψη, μοναξιά, φθορά, γηρατειά, θάνατος).
Ο διαχρονικός αυτός πανίσχυρος τιτάνας ταλανίζει και τον Γάλλο διανοούμενο Albert Camus, καταλήγοντας σε έναν τρομακτικό επίγειο εφιάλτη, που δεν παραλείπει να υπογραμμίζει με κυνικότητα τον εφήμερο και παράλογο χαρακτήρα της ζωής. Η τοποθέτηση-ένταξη του ατόμου σε σχέση με τον χρόνο οδηγεί τελικά στην τραγική ανακάλυψη του παραλόγου, του «absurde» που στιγματίζει κάθε πτυχή της ανθρώπινης πορείας.
Ωστόσο, οι δύο συγγραφείς -μένοντας απολύτως ξένοι απέναντι σε μια στείρα αντιμετώπιση της ζωής, που σημαδεύεται συνεχώς από την προδιαγεγραμμένη -αρνητικά- ανθρώπινη μοίρα (: φθορά < γηρατειά < θάνατος)- προτείνουν στο κοινό τους μια αντικομφορμιστική αλλά ωστόσο ειρηνική λύση την υιοθέτηση μιας ρεαλιστικής ηθικής, εδραιωμένης στην αλήθεια, στην ειλικρίνεια, στην αλληλεγγύη…