Το Καταφύγιο
Ο Γίρκα πάντα παραδεχόταν ότι ο χαρακτήρας είναι προϊόν κληρονομικών καταβολών και επιδράσεων, αλλά στην περίπτωση της Σάρρας πίστευε ότι οι επιδράσεις της αμερικανικής κοινωνίας ήταν καταλυτικές και προπαντός της καταναλωτικής κοινωνίας, που κατά τα τελευταία χρόνια του περασμένου αιώνα σάρωσε τα πάντα. Την κατέτασσε, λοιπόν, στα θύματα του άγριου καπιταλισμού, κι επειδή ήταν και πετυχημένη δικηγόρος, την κατηγορούσε ότι κουβαλάει σαν χαμάλης νερό στον μύλο του συστήματος. Αυτή αντιδρούσε λέγοντάς του ότι η ζημιά έγινε μέσα του σταγόνα-σταγόνα, ύπουλα, ανεπαίσθητα, ο υπαρκτός σοσιαλισμός τού εμφύσησε αυτές τις ιδέες κι έγινε έτσι μοχθηρός και φανατικός. Λέει πως είναι εναντίον κάθε ολοκληρωτισμού, υπέρ της δημοκρατίας και της ελευθερίας, κι όμως είναι έτοιμος ν’ ακολουθήσει κάθε αμφιλεγόμενη επανάσταση και ν’ αρχίσει πάλι απ’ την αρχή. Και ότι πίνει το καταπέτασμα. Η αλήθεια είναι ότι πίνει. ‘Οτι πίνει πολύ. Κανείς, όμως, δεν ρωτάει γιατί πίνει. Δοκίμασε να ζήσεις και να σκεφτείς μέσα σ’ αυτήν τη φρίκη, κι έπειτα τα λέμε. Τρελαίνεσαι και πας κατά διαβόλου. Η Σάρρα είναι μόνο «Πόσα βγάλαμε σήμερα», «Πού θα πάμε για βραδινό», «Τι ταγεράκι θα φορέσουμε αύριο», κι από κέρατα άλλο τίποτα. Ευτυχώς δεν κάνανε παιδιά. Ωραίο μάθημα θα παίρναν.